Σκλαβούνος Ιωάννης

Μαιευτήρας – Γυναικολόγος 

ο Γιατρός σας

Πρόληψη. Διάγνωση. Θεραπεία

Η φυσιολογική και μη φυσιολογική λοχεία

Ως λοχεία ορίζεται το διάστημα από την εξώθηση του πλακούντα έως και τις πρώτες εβδομάδες μετά τον τοκετό, το οποίο διαρκεί συνήθως έξι εβδομάδες. Όταν έχουν περάσει έξι εβδομάδες από τον τοκετό, οι περισσότερες αλλαγές λόγω της εγκυμοσύνης, του τοκετού και της γέννας έχουν  παρέλθει  και το σώμα  έχει επανέλθει στη φυσιολογική του κατάσταση

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η μήτρα ( μη συμπεριλαμβανομένου του μωρού, του πλακούντα και των υγρών) ζυγίζει περίπου 1000 γραμμάρια. Κατά τη διάρκεια των έξι εβδομάδων μετά τη γέννα το βάρος της μήτρας μειώνεται, φτάνοντας τα 50-100 γραμμάρια.

Αμέσως μετά τη γέννα ο μητρικός πυθμένας (το άνω τμήμα της μήτρας) είναι αισθητός με την αφή στο ύψος του ομφαλού της μητέρας. Στη συνέχεια κατά  τις δύο πρώτες εβδομάδες  παρατηρείται μείωση του μεγέθους και βάρους της μήτρας, καθώς η μήτρα έχει συρρικνωθεί αρκετά με αποτέλεσμα να  έχει επιστρέψει στην περιοχή της ελάσσονος πυέλου (το κάτω, στενότερο μέρος της λεκάνης). Τις επόμενες εβδομάδες, η μήτρα ανακτά σταδιακά τη φυσιολογική της μορφή, αν και το συνολικό μέγεθος της  παραμένει μεγαλύτερο απ’ ότι πριν την κυοφορία.

Η εσωτερική «επένδυση» της μήτρας αναπλάθεται με μεγάλη ταχύτητα, ώστε ήδη την έβδομη ημέρα οι ενδομητρικοί αδένες είναι ορατοί. Μέχρι τη δέκατη έκτη ημέρα το ενδομήτριο έχει αποκατασταθεί σε όλη την έκταση της μήτρας, εκτός από την περιοχή του πλακούντα.

Η περιοχή του πλακούντα υπόκειται σε  μια σειρά αλλαγών κατά την επιλόχεια περίοδο. Αμέσως μετά τη γέννα, οι συσπάσεις του αρτηριακού λείου μυ και η συμπίεση των αγγείων λόγω της σύσπασης του μυομητρίου οδηγούν σε αιμόσταση. H αιμόσταση είναι ο φυσιολογικός μηχανισμός άμυνας του οργανισμού που αποσκοπεί στην επίσχεση της αιμορραγίας. Το μέγεθος της βάσης του πλακούντα μειώνεται στο μισό, ενώ οι γενικότερες αλλαγές στη μορφολογία του πλακούντα καθορίζουν την ποσότητα και ποιότητα των λόχειων (κολπικών εκκρίσεων).

Αμέσως μετά τη γέννα, μια μεγάλη ποσότητα κόκκινου αίματος ξεχύνεται από τη μήτρα ώσπου να επέλθει το στάδιο των συσπάσεων. Από το σημείο αυτό και στο εξής η ποσότητα των κολπικών εκκρίσεων (λόχεια) μειώνεται ραγδαία. Η διάρκεια της αιμορραγίας αυτής, που ονομάζεται lochia rubra, δεν είναι σταθερή. Η κόκκινη έκκριση αποκτά σταδιακά ένα καφεκόκκινο χρώμα και πιο υδαρή υφή (lochia serosa). Τις επόμενες εβδομάδες η έκκριση εξακολουθεί να μειώνεται σε ποσότητα και να «ξεθωριάζει» , ώσπου γίνεται κίτρινη (lochia alba). Η διάρκεια των λοχείων δεν είναι σταθερή, αν και κατά μέσο όρο κυμαίνεται γύρω στις πέντε εβδομάδες.

H ποσότητα της ροής και του χρώματος των λοχείων παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις. Το 15% των γυναικών συνεχίζουν να έχουν λόχεια για έξι εβδομάδες ή και για μεγαλύτερο διάστημα μετά τη γέννα. Συχνά, παρατηρείται αύξηση της αιμορραγίας 7-14 ημέρες μετά την απόρριψη της εσχάρας (ξεραμένου ιστού) στην περιοχή του πλακούντα. Αυτό είναι, κατά κανόνα, το διάστημα κατά το οποίο εμφανίζεται όψιμη αιμορραγία μετά τον τοκετό.

Ο τράχηλος αρχίζει να επανέρχεται με γοργούς ρυθμούς στη φυσιολογική του κατάσταση, αν και δεν επιστρέφει ποτέ σε κατάσταση ατοκίας. Μέχρι το τέλος της πρώτης εβδομάδας, το εξωτερικό στόμιο κλείνει, ώστε ένα δάχτυλο να μην μπορεί πλέον να εισχωρήσει εύκολα.

Ο κόλπος συστέλλεται επίσης, αλλά δεν επανέρχεται πλήρως στο μέγεθος που είχε πριν τον τοκετό.
Η αυξημένη αγγείωση και το οίδημα υποχωρούν μέχρι την τρίτη εβδομάδα, και οι πτυχώσεις του κόλπου αρχίζουν να επανεμφανίζονται σε γυναίκες που δε θηλάζουν. Κατά το διάστημα αυτό, το κολπικό επιθήλιο, δηλαδή ο προστατευτικός ιστός του κόλπου, φαίνεται ατροφικό στο τεστ Παπανικολάου. Ωστόσο, αποκαθίσταται και αυτό μέχρι την 6η-10η εβδομάδα, αν και  στις μητέρες που θηλάζουν καθυστερεί περισσότερο η επαναφορά λόγω των  επιπέδων οιστρογόνου που διαρκώς μειώνονται.

Το περίνεο τεντώνεται και τραυματίζεται και μερικές φορές σχίζεται κατά τη διαδικασία του τοκετού και της γέννας. Tο οιδηματώδες αιδοίο επανέρχεται με γοργούς ρυθμούς μέσα σε μία-δυο εβδομάδες. Ο μυϊκός τόνος ανακτάται μέσα σε έξι εβδομάδες, ενώ παρατηρείται περαιτέρω βελτίωση τους επόμενους μήνες. Το αν θα αποκατασταθεί ή όχι ο μυϊκός  τόνος εξαρτάται από το πόσο εκτεταμένη είναι η βλάβη των μυών, των νεύρων και των συνδετικών ιστών.

Το κοιλιακό τοίχωμα παραμένει απαλό και πλαδαρό για πολλές εβδομάδες. Η επαναφορά του στη φυσιολογική κατάσταση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κατά πόσο η γυναίκα γυμνάζεται.

Η αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας των ωοθηκών διαφέρει ανά περίπτωση και επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το θηλασμό. Η γυναίκα που θηλάζει το μωρό παρουσιάζει για μεγαλύτερο διάστημα αμηνόρροια και διακοπή ωορρηξίας σε σύγκριση με τη μητέρα που επιλέγει να χρησιμοποιήσει βρεφικό γάλα φόρμουλα. Η μητέρα που δε θηλάζει μπορεί να έχει ωορρηξία ήδη από την 27η ημέρα μετά τον τοκετό. Στις περισσότερες γυναίκες έρχεται περίοδος 12 εβδομάδες μετά τον τοκετό. Ο  μέσος χρόνος μέχρι την πρώτη περίοδο είναι 7-9 εβδομάδες.

Στις περιπτώσεις γυναικών που θηλάζουν, ο χρόνος επανεμφάνισης της περιόδου δεν είναι σταθερός και εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το πόσο και πόσο συχνά θηλάζεται το μωρό και το αν η τροφή του ενισχύεται με φόρμουλα. Η καθυστέρηση της αποκατάστασης της ομαλής ωοθηκικής λειτουργίας στις γυναίκες που θηλάζουν προκαλείται από την καταστολή της ωορρηξίας λόγω της αύξησης της προλακτίνης, της ορμόνης που έχει ως κύρια δράση την παραγωγή γάλακτος από το στήθος. Ένα ποσοστό 50-75% των γυναικών που θηλάζουν έχουν ξανά περίοδο σε διάστημα 36 εβδομάδων μετά τον τοκετό.

Μια επισκόπηση της ανατομίας και φυσιολογίας του σώματος κατά την επιλόχεια περίοδο.

Οι αλλαγές στο στήθος, οι οποίες προετοιμάζουν το σώμα για το θηλασμό, λαμβάνουν χώρα καθ’όλο το διάστημα της εγκυμοσύνης. Η λακτογένεση, που είναι η ανάπτυξη της ικανότητας παραγωγής γάλακτος, αρχίζει ήδη από την 16η εβδομάδα της κύησης. Ο πλακούντας παράγει υψηλά επίπεδα ελεύθερης προγεστερόνης που με τη σειρά της ενεργοποιεί κάποια ώριμα, φατνιακά κύτταρα στο στήθος, ώστε να παραχθούν μικρές ποσότητες γάλακτος. Μετά την αποβολή του πλακούντα, επέρχεται ραγδαία πτώση της προγεστερόνης που οδηγεί στην παραγωγή γάλακτος και στο επακόλουθο πρήξιμο του στήθους κατά την επιλόχεια περίοδο. Το πύαρ ή πρωτόγαλα είναι το υγρό που ρέει αρχικά από το στήθος τις πρώτες 2-4 μέρες μετά τον τοκετό. Πλούσιο σε πρωτεΐνες και αντισώματα, το υγρό αυτό δρα προστατευτικά για το νεογέννητο. Το πύαρ, το οποίο λαμβάνει το μωρό τις πρώτες μέρες μετά τον τοκετό, υπάρχει ήδη στο στήθος και το βύζαγμα του μωρού προκαλεί την απελευθέρωσή του. Ενώ η  διαδικασία αυτή είναι ενδοκρινής αρχικά στη συνέχεια μετατρέπεται σε αυτοκρινή, το οποίο σημαίνει ότι η ίδια η απομάκρυνση του γάλακτος από το στήθος προκαλεί μεγαλύτερη παραγωγή. Τις πρώτες εφτά ημέρες, το γάλα ωριμάζει ώστε να περιέχει πια όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για τη νεογνική περίοδο. Η σύσταση του γάλακτος συνεχίζει να αλλάζει σε όλη τη διάρκεια του θηλασμού για να ανταποκριθεί στις μεταβαλλόμενες διατροφικές απαιτήσεις του μωρού.

Η γαλουχία είναι η διαδικασία της συνεχούς έκκρισης άφθονου γάλακτος. Προϋποθέτει την τακτική απελευθέρωση γάλακτος ( άδειασμα του στήθους) που προκαλεί την έκλυση προλακτίνης από την οπίσθια υπόφυση, όπου αποθηκεύονται ορμόνες σημαντικές για πολλές ζωτικές λειτουργίες. Προϋποθέτει επιπλέον τη διέγερση των θηλών, η οποία προκαλεί την έκλυση οξυτοκίνης από την οπίσθια υπόφυση. Η απελευθέρωση οξυτοκίνης μετά τη δια της αφής διέγερση του συμπλέγματος της θηλής και της θηλαίας άλω (του κύκλου που περιβάλλει τη θηλή) κάνει τα μυοεπιθηλιακά κύτταρα των μαστών να συστέλλονται, με αποτέλεσμα να ρέει το γάλα στη κυψελιδική κοιλότητα και έπειτα στους πόρους, προτού να διαπεράσει τη θηλή. Εάν η μητέρα δε θηλάζει, η μη απομάκρυνση του γάλακτος θα οδηγήσει σε αυξημένη ενδομαστική πίεση, καθώς το γάλα συσσωρεύεται στις κοιλότητες των αδενοκυψελίδων.   Η διάταση των κυψελίδων περιορίζει τη ροή του αίματος στις κυψελίδες και εμποδίζει την παραγωγή γάλακτος. Επιπλέον, η αύξηση της πίεσης ενεργοποιεί έναν ανασταλτικό παράγοντα της γαλουχίας (πολυπεπτίδιο) που μειώνει τα επίπεδα προλακτίνης.

Αμέσως μετά τον τοκετό οι γυναίκες βρίσκονται συνήθως στο περιβάλλον του νοσοκομείου και η πλειονότητά τους θα παραμείνει εκεί για δύο ημέρες μετά το φυσιολογικό τοκετό και τρεις-τέσσερις ημέρες μετά την καισαρική τομή. Σε αυτό το διάστημα οι γυναίκες αναρρώνουν από τον τοκετό και αρχίζουν να φροντίζουν το νεογέννητο. H κατάσταση της μητέρας σταθεροποιείται και δίδονται οδηγίες σχετικά με τη φροντίδα του μωρού (ιδίως στις πρωτότοκες).

Ενώ βρίσκεται ακόμη στο νοσοκομείο, γίνονται εξετάσεις για τυχόν αναιμία λόγω απώλειας αίματος, για ενδείξεις μόλυνσης, μη φυσιολογική πίεση, συσπάσεις της μήτρας και ανικανότητα για κένωση. Δίδεται επίσης ιδιαίτερη προσοχή στη συμβατότητα ρέζους του αίματος του μωρού, στην ανοσοποίηση της μητέρας που προφυλάσσει και την υγεία του μωρού, καθώς και στην τεχνική του θηλασμού.

Μετά το φυσιολογικό τοκετό, οι περισσότερες γυναίκες παρουσιάζουν διόγκωση του περινέου και αισθάνονται πόνο. Ο πόνος είναι ακόμη εντονότερος εάν η γυναίκα έχει υποβληθεί σε επισιοτομή ή έχει κάποια πληγή. Μια μέθοδος για την καθημερινή φροντίδα αυτής της περιοχής περιλαμβάνει τη χρήση πάγου, που τοποθετείται στο περίνεο για να μειωθεί το πρήξιμο και να απαλυνθεί ο πόνος. Ο συνήθης τρόπος θεραπείας περιλαμβάνει τη χρήση πάγου τις πρώτες 24 ώρες μετά τον τοκετό και έπειτα καθιστό μπανιο σε μπανιέρα με ζεστό νερό. Ωστόσο, η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της μεθόδου αυτής σε σύγκριση με άλλες μεθόδους αποκατάστασης του περινέου δεν έχει αποδειχθεί. Τα παυσίπονα είναι αποτελεσματικά  είτε χορηγούνται συστηματικά ως μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ή ναρκωτικά είτε χρησιμοποιούνται ως τοπικά αναισθητικά σπρέι στην περιοχή του περινέου.

Οι αιμορροΐδες είναι ένα ακόμη ζήτημα που μπορεί να απασχολεί τις γυναίκες μετά το φυσιολογικό τοκετό. Η συμπτωματική ανακούφιση είναι η πιο ενδεδειγμένη θεραπεία αμέσως μετά τον τοκετό, καθώς οι αιμορροΐδες συχνά υποχωρούν μόνες τους με την αποκατάσταση του  περινέου. Για την ανακούφιση των συμπτωμάτων μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια κορτικοστεροειδής κρέμα,  κομπρέσες με αμαμηλίδα και τοπικά αναισθητικά σε συνδυασμό με την προγραμματισμένη λήψη καθαρτικών, ώστε αποφευχθεί η δυσκοιλιότητα.

Η χρήση ταμπόν μπορεί να συνεχιστεί όταν η ασθενής αισθανθεί ξανά έτοιμη να τοποθετήσει το ταμπόν και μπορεί να το φορά χωρίς να αισθάνεται ενόχληση. Συχνά απαιτείται περισσότερος χρόνος στην περίπτωση γυναικών που έχουν υποβληθεί σε επισιοτομή ή έχουν κάποια πληγή. Πρέπει ο κόλπος να έχει αποκατασταθεί πλήρως και ίσως χρειαστεί να περάσουν αρκετές εβδομάδες. Τα ταμπόν πρέπει να αλλάζονται συχνά για να αποφευχθεί τυχόν μόλυνση.

Όπως είναι αναμενόμενο, οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε καισαρική τομή θα αισθάνονται μετεγχειρητικό πόνο στην περιοχή της τομής. Και σε αυτήν την περίπτωση ο πόνος μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη χρήση ενός θερμού επιθέματος  ή την τοποθέτηση πάγου στην τομή, με έναν κοιλιακό επίδεσμο υποστήριξης και τη συστηματική χρήση παυσίπονων. Η επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες θα πρέπει να γίνει στο βαθμό που το επιτρέπει η κατάσταση της ασθενούς, χωρίς όμως περιττές καθυστερήσεις.

Η γυναίκα μπορεί να ξαναρχίσει να έχει ερωτικές επαφές όταν σταματήσει η έντονη αιμορραγία, αποκατασταθούν ο κόλπος και το αιδοίο και αισθανθεί ότι βρίσκεται σε καλή σωματική και ψυχολογική κατάσταση. Η σωματική ετοιμότητα διαφέρει από γυναίκα σε γυναίκα και είναι πιθανό να ανακτηθεί μετά από πολλές εβδομάδες. Η αντισύλληψη έχει μεγάλη σημασία ώστε να αποφευχθεί μια νέα εγκυμοσύνη, γιατί τα αποτελέσματα της πρώτης ωορρηξίας είναι πολύ απρόβλεπτα.